Λεύκιος Ανναίος Κορνούτος: «ΕΠΙΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΛΗΝΙΚΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑΝ ΠΑΡΑΔΕΔΟΜΕΝΩΝ: ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΙΟΣ»
[Προδημοσίευση από το σημαντικότατο αλλά περιέργως (;) αγνοημένο έργο του στωϊκού φιλοσόφου Λεύκιου Ανναίου Κορνούτου ή Φορνούτου «Επιδρομή των κατά την Ελληνικήν Θεολογίαν παραδεδομένων» - «De Natura Deorum» κατά την έκδοση του 1844 στο Γκέτινγκεν από τον Friedrich Osann και «Cornuti Theologiae Graecae Compendium» κατά την έκδοση του 1881 στην Λειψία από τον Carl Lang - γραμμένο γύρω στο έτος 50 μ.α.χ.χ., το οποίο πρόκειται να εκδοθεί από τις εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη»].
Ύστερα απ’ αυτά ο Ζευς θεωρείται ο πατέρας των Θεών και των ανθρώπων επειδή η φύση του Κόσμου έχει γίνει η αιτία της υπόστασής τους, όπως οι πατέρες γεννούν τα παιδιά. Και τον αποκαλούν νεφοσυγκεντρωτή και βροντώδη και αποδίδουν σ’ αυτόν τον κεραυνό και την ασπίδα από αιγόδερμα επειδή συντάσσονται επάνω από εμάς τα σύννεφα και οι αστραπές και από εκεί εξαπολύει κεραυνούς και καταιγίδες, [σε άλλη δε εκδοχή] επειδή στον Θεό που του έχουν τύχει οι ουρανοί αποδίδεται το κάθε τι που βρίσκεται υπεράνω της γης. Και για μεν τις καταιγίδες [οι οποίες πήραν το όνομά τους από το αΐσσω (ορμώ)], απεκλήθη αιγίοχος, για άλλες δε παρόμοιες και εύκολα αντιληπτές αιτίες, υέτιος (βροχερός) και επικάρπιος (προστάτης των καρπών) και καταιβάτης (καταβαίνων με βροντές) και αστραπαίος (πρόξενος των αστραπών) και με πολλά ακόμα επίθετα, σύμφωνα με διάφορες ανθώπινες επινοήσεις. Και τον αποκαλούν σωτήρα και έρκειο (προστάτη του έρκους των οικιών και της οικογένειας) και πολιέα (φύλακα της πόλης) και πατρώο και ομόγνιο (προστατεύοντα την συγγενική εξ αίματος σχέση) και ξένιο (προστάτη της φιλοξενίας) και κτήσιο (προστάτη των περιουσιών) και βουλαίο (προστάτη των συνελεύσεων) και τροπαιούχο και ελευθέριο (απελευθερωτή), και απεριόριστα είναι τα επίθετα που του αποδίδονται, επειδή έχει εξαπλωθεί σε κάθε δύναμη και σχέση και είναι των πάντων υπαίτιος και επόπτης. Έτσι λοιπόν ειπώθηκε ότι είναι και πατέρας της Δίκης -διότι αυτός συντελώντας στην δημιουργία της κοινωνίας των ανθρώπων και παραγγέλλοντας σ’ αυτούς να μην αδικούν ο ένας τον άλλον, είναι τέτοιος- και επίσης των Χαρίτων -από εδώ προέρχονται οι αρχές τού να ευαρεστεί κάποιος και να ευεργετεί τους άλλους- και των Ωρών, τόσο εκείνων οι οποίες κατά τις μεταβολές του καιρού γίνονται σωτήρες αυτών που συμβαίνουν επάνω στην γη, όσο και των άλλων, που ονομάζονται έτσι απ’ την διαφύλαξη.
Τον παρουσιάζουν δε να έχει την ηλικία ώριμου άνδρα, διότι δεν φανερώνει ούτε παρακμή ούτε έλλειψη, και καθώς τέλειος είναι στην ηλικία του, τέλειες είναι και οι θυσίες που του προσφέρονται. Το δε σκήπτρο αποτελεί σύμβολο της εξουσίας του, είτε ως βασιλικό φορτίο, είτε ως σύμβολο, τού ότι αυτός δεν πέφτει απ’ την εξουσία του και ότι μένει σταθερά σ’ αυτήν, όπως οι στηριζόμενοι σε ραβδί. Ο δε συμβολισμός του βέλους, το οποίο κρατεί στο δεξί χέρι του, είνα πολύ σαφής για να επεξηγηθεί. Σε πολλά μέρη μάλιστα πλάθεται να κρατεί και Νίκη, γιατί υπερέχει όλων και τίποτε δεν μπορεί να τον νικήσει. Και το ιερό του πτηνό λέγεται ότι είναι ο αετός διότι είναι το ισχυρότατο των πουλιών. Στέφεται δε με την ελιά καθώς είναι φυτό αειθαλές, ελαιώδες και πολύ ωφέλιμο, ή επειδή θυμίζει τ’ ουρανού την γκριζογάλανη φωτεινότητα. Ονομάζεται δε από κάποιους και αλάστωρ (τιμωρός) και παλαμναίος (εκδικητής φόνου) επειδή τιμωρεί τους καταραμένους και τους παλαμναίους (εγκληματίες), που έχουν ονομαστεί έτσι, οι μεν από το ότι διαπράττουν τέτοια αμαρτήματα, με τα οποία προκαλούν οργή και θρήνο, οι δε από το ότι έχουν διαπράξει με τα χέρια τους μιαρές πράξεις που δεν εξιλεώνονται με θυσίες.
Σύμφωνα με τον ίδιο Λόγο έχουν δημιουργηθεί και οι λεγόμενες Εριννύες, που ελέγχουν εκείνους που σφάλλουν, η Μέγαιρα (η φθονερή οργή), η Τισιφόνη (η ανταπόδοση) και η Αληκτώ (η ακατάπαυστη), ωσάν να τους φθονεί ο Θεός και να τιμωρεί τους φόνους που διαπράττονται από αυτούς και να πράττει αυτό ακατάπαυστα και αδιάλειπτα. Είναι δε πραγματικά αξιοσέβαστες αυτές οι Θεές και Ευμενίδες καλούνται, διότι δίπλα στην ευμένεια της Φύσεως προς τους ανθρώπους έχει παραταχθεί και η τιμωρία της κακίας. Έχουν όψη αποτρόπαια, καταδιώκοντας τους ασεβείς με φωτιά και μαστίγια, και λέγεται ότι έχουν φιδίσια μαλλιά για να δημιουργούν τέτοια εικόνα στους κακούς, και έτσι τιμωρούν τα παραπτώματα. Λέγεται δε ότι κατοικούν στον Άδη, καθώς οι τιμωρίες που επιφυλάσσουν κρύβονται στο σκοτάδι και είναι απρόβλεπτες σ’ εκείνους που τις αξίζουν.
Σε συνέχεια δε όλων αυτών λέγεται επίσης ότι το μάτι του Διός παρακολουθεί και εποπτεύει τα πάντα. Διότι πώς είναι δυνατόν της δύναμης που διαπερνά (ή διοικεί) τα πάντα να της διαφεύγει κάτι από αυτά που συμβαίνουν στον Κόσμο; Αποκαλούν δε τον Δία και Μείλιχο (μειλίχιο, πράο), γιατί είναι επιεικής απέναντι σ’ εκείνους που μετανοούν για κάποιο αδίκημά τους, μη θέλοντας να τους δείξει αδιαλλαξία. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν και βωμοί προς τιμή του Διός που εισακούει τις ικεσίες.
Και ο ποιητής είπε επίσης ότι και οι Λιτές είναι κόρες του Διός, οι οποίες είναι κουτσές διότι οι ικέτες πέφτουν στα γόνατα, ρυτιδωμένες για να παραστήσουν την αδυναμία των ικετευόντων και αλλοίθωρες, επειδή ενώ αρχικά κάποιοι περιφρόνησαν κάποιον, αργότερα βρέθηκαν στην ανάγκη να τον ικετεύσουν.
Ζευς είναι δε και η Μοίρα, επειδή δεν είναι ορατή η διανομή αυτών που επιβάλλονται στον καθένα, και από εδώ μάλιστα και τα άλλου είδους μερίδια έχουν ονομαστεί μοίρες. Αίσα είναι δε η αφανής και άγνωστη αιτία αυτών που γίνονται – δηλώνεται δε από εδώ το άδηλον της μοίρας του καθενός - ή, όπως (διατείνονται) οι μεγαλύτεροι, είναι η αεί ούσα (αυτή που πάντοτε υφίσταται). Και είναι δε αυτή Ειμαρμένη, καθώς σύμφωνα με αυτήν έχουν καθορισθεί από τη μοίρα όλα όσα συμβαίνουν και έχουν συναφθεί σε τάξη και στοίχιση που δεν έχει τέλος [η συλλαβή «ει» δείχνει στοίχιση, όπως και στην λέξη «ειρμός»]. Είναι δε αυτή και Ανάγκη, καθώς τίποτε δεν μπορεί να την διευθύνει και να υπερισχύσει αυτής ή καθώς υφίσταται εξέλιξη το κάθε τι που γίνεται επάνω σε αυτήν.
Κατά άλλον δε τρόπο, αναφέρονται τρεις Μοίρες, σύμφωνα με το τριμερές του χρόνου. Η μία εξ αυτών έχει ονομαστεί Κλωθώ από το ότι φαίνεται να κλώθει σαν μαλλί τα συμβαίνοντα, καθώς το ένα γεγονός πέφτει επάνω στο άλλο, ούτως ώστε την πλάθουν με την φαντασία τους ως γυναίκα γερασμένη που γνέθει, η δε άλλη Λάχεσις, από το ότι φαίνεται να τραβά σε κλήρο τα αποδιδόμενα στον καθένα, η δε τρίτη Άτροπος, διότι αυτά που έχουν διαταχθεί από αυτήν δεν τροποποιούνται. Η ίδια δε δύναμη θα μπορούσε να φανεί ότι ταιριάζει και στις τρεις ονομασίες. Αυτή είναι δε και Αδράστεια, ονομασμένη έτσι από το ότι είναι αναπόφευκτη και αναπότρεπτη, ή από το ότι πάντα πράττει τα σχετικά με αυτήν, ωσάν να δρα συνεχώς, ή επειδή το στερητικό μόριο (α-) δηλώνει εδώ το πλήθος, όπως στο παράδειγμα της «αξύλου ύλης» . Διότι είναι πολυδραστήρια. Ονομάζεται δε και Νέμεσις από το μοίρασμα - καθώς χωρίζει αυτό που στον καθένα θα επιβληθεί -, Τύχη δε από το ότι τυχαίνουν σε μας οι περιστάσεις και από το ότι είναι δημιουργός των συμπτώσεων στους ανθρώπους, Όπις (ποινή) δε από το ότι, διαφεύγοντας την προσοχή μας και σαν να παρακολουθεί από πίσω και να παρατηρεί αυτά που γίνονται από μας, τιμωρεί όσα είναι άξια τιμωρίας.
[Προδημοσίευση από το σημαντικότατο αλλά περιέργως (;) αγνοημένο έργο του στωϊκού φιλοσόφου Λεύκιου Ανναίου Κορνούτου ή Φορνούτου «Επιδρομή των κατά την Ελληνικήν Θεολογίαν παραδεδομένων» - «De Natura Deorum» κατά την έκδοση του 1844 στο Γκέτινγκεν από τον Friedrich Osann και «Cornuti Theologiae Graecae Compendium» κατά την έκδοση του 1881 στην Λειψία από τον Carl Lang - γραμμένο γύρω στο έτος 50 μ.α.χ.χ., το οποίο πρόκειται να εκδοθεί από τις εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη»].
Ύστερα απ’ αυτά ο Ζευς θεωρείται ο πατέρας των Θεών και των ανθρώπων επειδή η φύση του Κόσμου έχει γίνει η αιτία της υπόστασής τους, όπως οι πατέρες γεννούν τα παιδιά. Και τον αποκαλούν νεφοσυγκεντρωτή και βροντώδη και αποδίδουν σ’ αυτόν τον κεραυνό και την ασπίδα από αιγόδερμα επειδή συντάσσονται επάνω από εμάς τα σύννεφα και οι αστραπές και από εκεί εξαπολύει κεραυνούς και καταιγίδες, [σε άλλη δε εκδοχή] επειδή στον Θεό που του έχουν τύχει οι ουρανοί αποδίδεται το κάθε τι που βρίσκεται υπεράνω της γης. Και για μεν τις καταιγίδες [οι οποίες πήραν το όνομά τους από το αΐσσω (ορμώ)], απεκλήθη αιγίοχος, για άλλες δε παρόμοιες και εύκολα αντιληπτές αιτίες, υέτιος (βροχερός) και επικάρπιος (προστάτης των καρπών) και καταιβάτης (καταβαίνων με βροντές) και αστραπαίος (πρόξενος των αστραπών) και με πολλά ακόμα επίθετα, σύμφωνα με διάφορες ανθώπινες επινοήσεις. Και τον αποκαλούν σωτήρα και έρκειο (προστάτη του έρκους των οικιών και της οικογένειας) και πολιέα (φύλακα της πόλης) και πατρώο και ομόγνιο (προστατεύοντα την συγγενική εξ αίματος σχέση) και ξένιο (προστάτη της φιλοξενίας) και κτήσιο (προστάτη των περιουσιών) και βουλαίο (προστάτη των συνελεύσεων) και τροπαιούχο και ελευθέριο (απελευθερωτή), και απεριόριστα είναι τα επίθετα που του αποδίδονται, επειδή έχει εξαπλωθεί σε κάθε δύναμη και σχέση και είναι των πάντων υπαίτιος και επόπτης. Έτσι λοιπόν ειπώθηκε ότι είναι και πατέρας της Δίκης -διότι αυτός συντελώντας στην δημιουργία της κοινωνίας των ανθρώπων και παραγγέλλοντας σ’ αυτούς να μην αδικούν ο ένας τον άλλον, είναι τέτοιος- και επίσης των Χαρίτων -από εδώ προέρχονται οι αρχές τού να ευαρεστεί κάποιος και να ευεργετεί τους άλλους- και των Ωρών, τόσο εκείνων οι οποίες κατά τις μεταβολές του καιρού γίνονται σωτήρες αυτών που συμβαίνουν επάνω στην γη, όσο και των άλλων, που ονομάζονται έτσι απ’ την διαφύλαξη.
Τον παρουσιάζουν δε να έχει την ηλικία ώριμου άνδρα, διότι δεν φανερώνει ούτε παρακμή ούτε έλλειψη, και καθώς τέλειος είναι στην ηλικία του, τέλειες είναι και οι θυσίες που του προσφέρονται. Το δε σκήπτρο αποτελεί σύμβολο της εξουσίας του, είτε ως βασιλικό φορτίο, είτε ως σύμβολο, τού ότι αυτός δεν πέφτει απ’ την εξουσία του και ότι μένει σταθερά σ’ αυτήν, όπως οι στηριζόμενοι σε ραβδί. Ο δε συμβολισμός του βέλους, το οποίο κρατεί στο δεξί χέρι του, είνα πολύ σαφής για να επεξηγηθεί. Σε πολλά μέρη μάλιστα πλάθεται να κρατεί και Νίκη, γιατί υπερέχει όλων και τίποτε δεν μπορεί να τον νικήσει. Και το ιερό του πτηνό λέγεται ότι είναι ο αετός διότι είναι το ισχυρότατο των πουλιών. Στέφεται δε με την ελιά καθώς είναι φυτό αειθαλές, ελαιώδες και πολύ ωφέλιμο, ή επειδή θυμίζει τ’ ουρανού την γκριζογάλανη φωτεινότητα. Ονομάζεται δε από κάποιους και αλάστωρ (τιμωρός) και παλαμναίος (εκδικητής φόνου) επειδή τιμωρεί τους καταραμένους και τους παλαμναίους (εγκληματίες), που έχουν ονομαστεί έτσι, οι μεν από το ότι διαπράττουν τέτοια αμαρτήματα, με τα οποία προκαλούν οργή και θρήνο, οι δε από το ότι έχουν διαπράξει με τα χέρια τους μιαρές πράξεις που δεν εξιλεώνονται με θυσίες.
Σύμφωνα με τον ίδιο Λόγο έχουν δημιουργηθεί και οι λεγόμενες Εριννύες, που ελέγχουν εκείνους που σφάλλουν, η Μέγαιρα (η φθονερή οργή), η Τισιφόνη (η ανταπόδοση) και η Αληκτώ (η ακατάπαυστη), ωσάν να τους φθονεί ο Θεός και να τιμωρεί τους φόνους που διαπράττονται από αυτούς και να πράττει αυτό ακατάπαυστα και αδιάλειπτα. Είναι δε πραγματικά αξιοσέβαστες αυτές οι Θεές και Ευμενίδες καλούνται, διότι δίπλα στην ευμένεια της Φύσεως προς τους ανθρώπους έχει παραταχθεί και η τιμωρία της κακίας. Έχουν όψη αποτρόπαια, καταδιώκοντας τους ασεβείς με φωτιά και μαστίγια, και λέγεται ότι έχουν φιδίσια μαλλιά για να δημιουργούν τέτοια εικόνα στους κακούς, και έτσι τιμωρούν τα παραπτώματα. Λέγεται δε ότι κατοικούν στον Άδη, καθώς οι τιμωρίες που επιφυλάσσουν κρύβονται στο σκοτάδι και είναι απρόβλεπτες σ’ εκείνους που τις αξίζουν.
Σε συνέχεια δε όλων αυτών λέγεται επίσης ότι το μάτι του Διός παρακολουθεί και εποπτεύει τα πάντα. Διότι πώς είναι δυνατόν της δύναμης που διαπερνά (ή διοικεί) τα πάντα να της διαφεύγει κάτι από αυτά που συμβαίνουν στον Κόσμο; Αποκαλούν δε τον Δία και Μείλιχο (μειλίχιο, πράο), γιατί είναι επιεικής απέναντι σ’ εκείνους που μετανοούν για κάποιο αδίκημά τους, μη θέλοντας να τους δείξει αδιαλλαξία. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν και βωμοί προς τιμή του Διός που εισακούει τις ικεσίες.
Και ο ποιητής είπε επίσης ότι και οι Λιτές είναι κόρες του Διός, οι οποίες είναι κουτσές διότι οι ικέτες πέφτουν στα γόνατα, ρυτιδωμένες για να παραστήσουν την αδυναμία των ικετευόντων και αλλοίθωρες, επειδή ενώ αρχικά κάποιοι περιφρόνησαν κάποιον, αργότερα βρέθηκαν στην ανάγκη να τον ικετεύσουν.
Ζευς είναι δε και η Μοίρα, επειδή δεν είναι ορατή η διανομή αυτών που επιβάλλονται στον καθένα, και από εδώ μάλιστα και τα άλλου είδους μερίδια έχουν ονομαστεί μοίρες. Αίσα είναι δε η αφανής και άγνωστη αιτία αυτών που γίνονται – δηλώνεται δε από εδώ το άδηλον της μοίρας του καθενός - ή, όπως (διατείνονται) οι μεγαλύτεροι, είναι η αεί ούσα (αυτή που πάντοτε υφίσταται). Και είναι δε αυτή Ειμαρμένη, καθώς σύμφωνα με αυτήν έχουν καθορισθεί από τη μοίρα όλα όσα συμβαίνουν και έχουν συναφθεί σε τάξη και στοίχιση που δεν έχει τέλος [η συλλαβή «ει» δείχνει στοίχιση, όπως και στην λέξη «ειρμός»]. Είναι δε αυτή και Ανάγκη, καθώς τίποτε δεν μπορεί να την διευθύνει και να υπερισχύσει αυτής ή καθώς υφίσταται εξέλιξη το κάθε τι που γίνεται επάνω σε αυτήν.
Κατά άλλον δε τρόπο, αναφέρονται τρεις Μοίρες, σύμφωνα με το τριμερές του χρόνου. Η μία εξ αυτών έχει ονομαστεί Κλωθώ από το ότι φαίνεται να κλώθει σαν μαλλί τα συμβαίνοντα, καθώς το ένα γεγονός πέφτει επάνω στο άλλο, ούτως ώστε την πλάθουν με την φαντασία τους ως γυναίκα γερασμένη που γνέθει, η δε άλλη Λάχεσις, από το ότι φαίνεται να τραβά σε κλήρο τα αποδιδόμενα στον καθένα, η δε τρίτη Άτροπος, διότι αυτά που έχουν διαταχθεί από αυτήν δεν τροποποιούνται. Η ίδια δε δύναμη θα μπορούσε να φανεί ότι ταιριάζει και στις τρεις ονομασίες. Αυτή είναι δε και Αδράστεια, ονομασμένη έτσι από το ότι είναι αναπόφευκτη και αναπότρεπτη, ή από το ότι πάντα πράττει τα σχετικά με αυτήν, ωσάν να δρα συνεχώς, ή επειδή το στερητικό μόριο (α-) δηλώνει εδώ το πλήθος, όπως στο παράδειγμα της «αξύλου ύλης» . Διότι είναι πολυδραστήρια. Ονομάζεται δε και Νέμεσις από το μοίρασμα - καθώς χωρίζει αυτό που στον καθένα θα επιβληθεί -, Τύχη δε από το ότι τυχαίνουν σε μας οι περιστάσεις και από το ότι είναι δημιουργός των συμπτώσεων στους ανθρώπους, Όπις (ποινή) δε από το ότι, διαφεύγοντας την προσοχή μας και σαν να παρακολουθεί από πίσω και να παρατηρεί αυτά που γίνονται από μας, τιμωρεί όσα είναι άξια τιμωρίας.
Πηγή: περιοδικό "Διιπετές", τεύχος 65, Χειμερινό Ηλιοστάσιο 2007